Αύγουστος 1996, Αιγείρα Αχαΐας, ένα παιδικό όνειρο...μια παρέα τριών ατόμων στην αυλή της οδού Όττο Βάλτερ..Δημήτρης Μάντζος, Γιώργος Ντοάς, Διονύσης Μάντζος θα δημιουργήσουν χωρίς να έχουν ιδέα για το τι θα γίνει στο μέλλον μια ομάδα ή μάλλον μια παρέα καλύτερα με μοναδικό εφόδιο τους τον παιδικό αυθορμητισμό τους, μια παιδική ερασιτεχνική ομάδα με το όνομα "ΠΑΝΑΙΓΕΙΡΑΤΙΚΟΣ" συγκεντώνοντας και μαζεύοντας για να απολαύσουν το παιχνίδι τα καλοκαιριάτικα απογεύματα τους. Φίλιππος Κρεκούκιας, Πέτρος Κατσούρης και Γιάννης Παπαδόπουλος είναι από τα πρώτα ονόματα που θα ενταχθούν στη νέα καλοκαιρινή παρέα της Αιγείρας, συμμετέχοντας σε αγώνες 5 εναντίον 5 είτε πάνω στην οδό Ξενάρχου είτε στο χώρο του γυμνασίου, που βρίσκεται στον ίδιο δρόμο.
«Προαιώνια» κόντρα
Τα πρώτα χρόνια η ομάδα του Παναιγειρατικού έδινε τους «αγώνες» της κόντρα στις υπόλοιπες παρέες του χωριού στον κύριο προαύλιο χώρο του «Φιλίππειου» Γυμνασίου της Αιγείρας, μπροστά από το παλαιό κεντρικό κτίριο. Το μεγαλύτερο σχολικό συγκρότημα της κωμόπολης ήταν ο ιδανικότερος τόπος για οποιαδήποτε μορφή αθλητικής δραστηριότητας τα αυγουστιάτικα απογεύματα, την ώρα που ο ήλιος αποφάσιζε να συνεχίσει το ταξίδι του μακριά από την αχαϊκή γη. Το «Γυμνάσιο», άλλωστε, βρισκόταν ακριβώς δίπλα στα σπίτια των περισσότερων παιδιών της παρέας, πάνω στη σημερινή οδό Ξενάρχου και δίπλα στην Όττο Βάλτερ.
Την εποχή εκείνη, έως το 1997, ο συγκεκριμένος χώρος καλυπτόταν από χώμα, κατά συνέπεια, οι «ομηρικές» μάχες των παιδιών σήκωναν «τόνους» σκόνης και αναστάτωναν όλη τη γειτονιά! Το «Γυμνάσιο», εκείνα τα μακρινά καλοκαίρια της πολύβουης ακόμη Αιγείρας, αποτελούσε τον βασικό «πνεύμονα ζωής» του χωριού. Από τις πρώτες απογευματινές ώρες πλήθος κόσμου μαζευόταν για να «προλάβει» κάποιον χώρο για να μπορέσει να αθληθεί. Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία, στις μπασκέτες, επιδίδονταν σε πολύωρα 3on3 («μονάκια» τα έλεγαν τότε), την ίδια ώρα που, λίγα μέτρα πιο πέρα, οι μικρότεροι και πιο «φασαριόζοι» κλωτσούσαν τη μπάλα προσπαθώντας να τη στείλουν στα δύο ιδιότυπα τέρματα: την πέτρινη βρύση και τη μεγάλη συρόμενη καγκελόπορτα πάνω στο δρόμο.
Εκείνο τον καιρό, εμφανίστηκαν και τα πρώτα βασικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα που ξεχώρισαν την «παρέα του Ντοά» από τις υπόλοιπες, πολυάριθμες, καλοκαιρινές συντροφιές στην Αιγείρα. Η «ομάδα» του Παναιγειρατικού ήταν η πρώτη που παρουσίασε αξιοζήλευτη σταθερότητα στη σύνθεσή της και γρήγορα εξελίχθηκε σε «κλειστό» κλαμπ, πράγμα αδιανόητο έως τότε για τα δεδομένα καλοκαιρινής παιδικής ομάδας. Σταδιακά, ο Παναιγειρατικός άρχισε να αποκτά συλλογική συνείδηση και να μεταβάλλεται σε πραγματική ΟΜΑΔΑ με κοινό σκοπό, πάνω από εγωισμούς. Η «παρέα» που κάθε μέρα αντάμωνε στην παραλία, συναντιόταν για καφέ στο «Πυθάρι» και διασκέδαζε μαζί τα βράδια στα «ηλεκτρονικά» στο «Κοράλι», ανανέωνε το ραντεβού της τα απογεύματα στο «χωμάτινο» του Γυμνασίου για να αντιμετωπίσει τις υπόλοιπες «ομάδες» που ήθελαν να την «κοντράρουν». Η παιδική φαντασία και η νεανική όρεξη για μπάλα έσμιγαν σε ένα δυναμικό μείγμα. Τα βασικά συστατικά της επιτυχίας ήταν ήδη εκεί.
Επιτυχίες με το «καλημέρα»
Επιτυχίες με το «καλημέρα»
Το καλοκαίρι του 1996 έφερε τον πρώτο «τίτλο» για τον Παναιγειρατικό. Σε μια άτυπη μορφή ποδοσφαιρικής διοργάνωσης, που θα κρατούσε για πολλά ακόμη χρόνια, ο «νικητής», η «καλύτερη αυγουστιάτικη ομάδα» της Αιγείρας, αναδεικνυόταν μέσα από μια σειρά αγώνων χωρίς καμία έννοια προγράμματος. Οι αντίπαλες ομάδες άλλαζαν συνεχώς μέλη, την ίδια ώρα που ο Παναιγειρατικός, ανέπτυσσε, κατά κύριο λόγο, σταθερό και οργανωμένο ρόστερ. Η επιτυχία ήταν μονόδρομος για τα παδιά της Όττο Βάλτερ που κατάφερναν έκτοτε, κάθε καλοκαίρι (μέχρι το 2005!) να βγαίνουν πρώτοι στο... μέτρημα των αποτελεσμάτων που σε αυτό το «ιδιότυπο» όσο και πρωτόγονο από οργανωτικής άποψης θερινό «Πρωτάθλημα Αιγείρας» αποτελούσε και το μόνο «ασφαλές» κριτήριο ανάδειξης του πρωταθλητή, ή πιο σωστά της καλύτερης ομάδας!
«Προαιώνια» κόντρα
Στα πρώτα εκείνα χρόνια ανάγεται και η «αιώνια» αντιπαλότητα του Παναιγειρατικού με την παρέα του «Αίαντα», ένα συγκρότημα γηγενών κυρίως παιδιών που τέθηκε αμέτρητες φορές αντιμέτωπο με τη νέα οργανωμένη ομάδα. Τα παιδιά που ανήκαν στον Αίαντα, προερχόμενα από τη «γειτονιά» του κέντρου της Αιγείρας, κοντά στο δημαρχείο της πόλης, δεν είδαν ποτέ με «καλό μάτι» τη δημιουργία μιας νέας ποδοσφαιρικής δύναμης στελεχωμένης αρχικά τουλάχιστον από Αθηναίους και Πατρινούς παραθεριστές.
Στη συνέχεια, βέβαια, την παρέα των «ξένων» θερινών επισκεπτών άρχισαν να εμπλουτίζουν και παιδιά γεννημένα και μεγαλωμένα στην Αιγείρα, τη φυσική έδρα της ομάδας, όπως ήταν κυρίως ο «τεχνίτης» Μιχάλης Οικονόμου, αλλά και ο μετέπειτα άσος της Θύελλας Αιγείρας Χρήστος Φακίτσας με τον Γιώργο Γεωργακόπουλο από το Λαμπινού. Ο Παναιγειρατικός με τις ολόλευκες φανέλες και τα σκουρόχρωμα σορτσάκια σύντομα απέκτησε τους πρώτους φίλους του, κυρίως μέσα από τον στενό κύκλο των γνωστών όσων τον αποτελούσαν. Ωστόσο, η πραγματικότητα δεν άλλαξε. Οι νέες ιδέες και ο αέρας αλλαγής νοοτροπίας που έφερνε μαζί του ο ΑΟΠ στην Αιγείρα δεν άρεσαν στους «παλιούς» της περιοχής. Ο Αίας παρέμεινε από τότε μέχρι και τις ημέρες μας ο «άσπονδος» εχθρός του Παναιγειρατικού, με την «κόντρα» των δύο «αιωνίων» να αντέχει στο χρόνο, δίνοντας πάντοτε ξεχωριστό χρώμα στις μεταξύ τους αναμετρήσεις.
«Πόλεμος» στις... μπασκέτες
Στη συνέχεια, βέβαια, την παρέα των «ξένων» θερινών επισκεπτών άρχισαν να εμπλουτίζουν και παιδιά γεννημένα και μεγαλωμένα στην Αιγείρα, τη φυσική έδρα της ομάδας, όπως ήταν κυρίως ο «τεχνίτης» Μιχάλης Οικονόμου, αλλά και ο μετέπειτα άσος της Θύελλας Αιγείρας Χρήστος Φακίτσας με τον Γιώργο Γεωργακόπουλο από το Λαμπινού. Ο Παναιγειρατικός με τις ολόλευκες φανέλες και τα σκουρόχρωμα σορτσάκια σύντομα απέκτησε τους πρώτους φίλους του, κυρίως μέσα από τον στενό κύκλο των γνωστών όσων τον αποτελούσαν. Ωστόσο, η πραγματικότητα δεν άλλαξε. Οι νέες ιδέες και ο αέρας αλλαγής νοοτροπίας που έφερνε μαζί του ο ΑΟΠ στην Αιγείρα δεν άρεσαν στους «παλιούς» της περιοχής. Ο Αίας παρέμεινε από τότε μέχρι και τις ημέρες μας ο «άσπονδος» εχθρός του Παναιγειρατικού, με την «κόντρα» των δύο «αιωνίων» να αντέχει στο χρόνο, δίνοντας πάντοτε ξεχωριστό χρώμα στις μεταξύ τους αναμετρήσεις.
«Πόλεμος» στις... μπασκέτες
Μετά το 1998, η «δράση» μετατοπίσθηκε λίγα μέτρα ανατολικότερα, στο μικρότερο γήπεδο μπάσκετ του Γυμνασίου, ακριβώς πίσω από το περίφημο «κυλικείο», τον κύριο χώρο συναντήσεων της παρέας του Παναιγειρατικού καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας και της νύχτας. Τα ματς της Αρμάδας κόντρα σε αντίπαλες ομάδες από την Αιγείρα αλλά και την Αθήνα άφησαν εποχή και αποτέλεσαν τον «σπόρο» της μετέπειτα μεγάλης ομάδας του «Δημοτικού». Αγώνες απίστευτου πάθους αλλά και απαράμμιλης σκληρότητας, παιχνίδια δύναμης και πολύ λιγότερο τακτικής, οι αναμετρήσεις απένεναντι στις υπόλοιπες παρέες της περιοχής, με «θρυλικές» παρουσίες που πέρασαν στην ιστορία με τα... «περίεργα» ονόματα «τσιροτάκιας», «αδελφός του τσιροτάκια», «Θύμιος», «Μάκης», γράφτηκαν ανεξίτηλα στη συλλογική συνείδηση των ανθρώπων του ΑΟΠ ως τα πρώτα πραγματικά «ντέρμπι» που έδωσε ποτέ η νέα ομάδα. Αναμετρήσεις γοήτρου, σε ένα μικρό αγωνιστικό χώρο που έδινε προβάδισμα στους σκληροτράχηλους πρωτοπόρους αμυντικούς του Παναιγειρατικού να εκμεταλλευθούν τη δύναμή τους κρίνοντας την τύχη των αγώνων, που μερικές φορές έφταναν να τελειώνουν μετά τη δύση του ήλιου, μέσα στο σκοτάδι! Εκείνες ήταν και οι πρώτες «μάχες» που προσέδωσαν στην «οπισθοφυλακή» του ΑΟΠ τον διαχρονκό χαρακτήρα της ως της πλέον αποτελεσματικής και επιτυχημένης γραμμής στη «μελανόλευκη» διάταξη.
Ακόμη περισσότεροι «πιστοί»
Ακόμη περισσότεροι «πιστοί»
Την ίδια ώρα, ο Παναιγειρατικός μεγάλωνε καθώς νέα μέλη προθέτονταν στο ήδη συγκροτημένο δυναμικό του. Πλάι στην παρέα του ’96, βρέθηκαν πολλοί ακόμη νέοι άνθρωποι που επιθυμούσαν να παίξουν ποδόσφαιρο στην πιο οργανωμένη παιδική ομάδα της Αιγείρας. Ο «οδοστρωτήρας» της επίθεσης του ΑΟΠ Κωνσταντίνος Χριστοφόρου, ήταν σίγουρα ένα από τα ονόματα που άφησαν «εποχή» τα τελευταία καλοκαίρια του 20ου αιώνα στο γηπεδάκι του «Γυμνασίου». Δυνατός, αθλητικός, ήταν μια κλάση ανώτερος από τους αντιπάλους αμυντικούς, και κατάφερε να πετύχει αρκετά σημαντικά γκολ. Την ίδια ώρα, στα «μετόπισθεν», ο «Καμινιώτης» Γιάννης Παπαδόπουλος παρέδιδε ιδιαίτερα μαθήματα εφαρμογής του αμυντικού δόγματος «ή η μπάλα ή ο παίκτης», με δείγμα γραφής το σκληρό αλλά αποτελεσματικό παιχνίδι του, ενώ ο παρτενέρ του στη «μελανόλευκη» ανασταλτική γραμμή, Νίκος Κατσούρης, έγραφε ιστορία με τις κινήσεις «καράτε» στην προσπάθειά του να αναχαιτίσει τις αντίπαλες επιθέσεις... Στο Γυμνάσιο «ανδρώθηκε» ποδοσφαιρικά ο μετέπειτα αρχηγός της ομάδας Γιώργος Ντοάς αλλά και όλα τα υπόλοιπα παιδιά που είχαν αποφασίσει λίγα χρόνια πριν να οργανώσουν το παιχνίδι τους γύρω από τον Παναιγειρατικό. Στο χώρο εκείνο ο Δημήτρης Μάντζος παρέδωσε τα «κλειδιά» του τέρματος της ομάδας στον μικρότερο αδελφό του Διονύση. Εκεί έκαναν τα πρώτα ποδοσφαιρικά τους βήματα πολλά «ιστορικά» μέλη του ΑΟΠ, όπως οι Χάρης Πλούμης και Πέτρος Κατσούρης κι εκεί ήταν που άρχισε να «χτίζεται» ο θρύλος γύρω από το όνομα του κορυφαίου «μελανόλευκου» στράικερ όλων των εποχών, «ναυάρχου» Φίλιππου Κρεκούκια.
Το «Γυμνάσιο» στάθηκε το πιο καλό «σχολείο» για την παρέα του Παναιγειρατικού, στο πιο κρίσιμο ίσως στάδιο της ιστορίας της. Πάντοτε φιλόξενο, άλλοτε φιλικό κι άλλοτε σκληρό, το πρώτο γήπεδο του ΑΟΠ δυνάμωσε τους χαρακτήρες των παιδιών του και τα ένωσε γύρω από την υπερατομική ιδέα της ΟΜΑΔΑΣ. Όλοι τους αποφοίτησαν αριστούχοι...
Τα χρυσά χρόνια του Δημοτικού
Τα χρυσά χρόνια του Δημοτικού
Τα καλοκαίρια περνούν, οι άνθρωποι μεγαλώνουν και ο Παναιγειρατικός ωριμάζει. Η «ομάδα με τα άσπρα» γίνεται ολοένα και πιο γνωστή και τείνει να αποτελέσει αναπόσπαστο κομμάτι της αυγουστιάτικης Αιγείρας. Ένα χρόνο πριν το «γύρισμα» των αιώνων, το πενάκι του συνιδρυτή της ομάδας Δημήτρη Μάντζου χαράζει μαύρες γραμμές σε ένα κομμάτι χαρτί. Ο ΑΟΠ αποκτά το δικό του έμβλημα, που θα σφραγίσει, με καθυστέρηση τριών χρόνων, το «εισιτήριο» του Ομίλου στην Ιστορία. Το προσφιλές σε όλους τρικάταρτο καράβι, με τα «γεμάτα» πανιά, στα γαλήνια νερά του Κορινθιακού, η θρυλική «Μαύρη Αρμάδα», λύνει τους κάβους στο αρχαίο λιμάνι της Αιγείρας κι ετοιμάζεται για μια φιλόδοξη πορεία προς το μέλλον, ένα μεγάλο και συναρπαστικό «ταξίδι»!
Την ίδια χρονιά, το 1999, η ομάδα κάνει το πρώτο μεγάλο βήμα προς την καταξίωση. Οι παλιές εγκαταστάσεις του «Γυμνασίου» ήταν πλέον απελπιστικά ανεπαρκείς για να «στεγάσουν» τα όνειρα των παιδιών της Όττο Βάλτερ. Με μια ιστορική απόφασή τους, τα μέλη του ΑΟΠ μεταφέρουν την αγωνιστική δραστηριότητά τους στο νεόδμητο τότε Δημοτικό Σχολείο της Αιγείρας. Αρχικά, ο Παναιγειρατικός συνεχίζει να παίζει ποδόσφαιρο παράλληλα και στο «Γυμνάσιο», όμως από το 2001 και μετά οι τίτλοι τέλους για τη «γέρικη» έδρα πέφτουν οριστικά.
Το «Δημοτικό», όπως, μονολεκτικά, θα αποκαλούνταν στο εξής, πολύ φυσιολογικά γοήτευε τους περισσότερους νέους της αχαϊκής κωμόπολης και ο πρωτοποριακός για τα αιγειράτικα δεδομένα μεγάλος ελεύθερος χώρος του -ελλείψει ακόμη κάποιου άλλου χώρου άθλησης, πλην του «απαγορευμένου» ακόμη γηπέδου της Θύελλας- φιλοξενούσε πολλές αναμετρήσεις ανάμεσα σε διάφορες ομάδες - παρέες της περιοχής. Ωστόσο, στη συνείδηση όλων, μοιραία, το όμορφο τσιμεντένιο γηπεδάκι με την κεραμοσκεπή στο πλάι και τα πράσινα κάγκελα να το χωρίζουν από τους πυκνούς ελαιώνες τριγύρω, ταυτίστηκε δίχως άλλο με το όνομα και την ιστορία των κορυφαίων. Για τα επόμενα χρόνια, ο χώρος εκείνος έμελλε να εξελιχθεί σε «ιερό» του Παναιγειρατικού, στο «μελανόλευκο» απόρθητο «κάστρο», το «κλουβί», την πρώτη (και παντοτινή...) πραγματική έδρα των «φρουρών της Αχαΐας».
Η μεγάλη τσιμεντένια αυλή, η επαρκής περίφραξη του χώρου, ο -έστω και ελλιπής- φωτισμός του, αρκετός για να συνεχιστούν τα ματς μέχρι και τις 9 το βράδυ, συνηγορούσαν υπέρ της επιλογής του νέου «λιμανιού» της «Μαύρης Αρμάδας». Η ιστορική «σκεπαστή», το στεγασμένο τμήμα της εισόδου του σχολείου, με τα σκαλοπάτια σε διάταξη εξέδρας, επρόκειτο να ζήσει στιγμές δόξας, συγκίνησης και θριάμβου τα ερχόμενα χρόνια. Σήμα κατατεθέν εκείνης της πρώτης περιόδου του «Δημοτικού», η ιστορική λεμονιά στο δυτικό τμήμα της αυλής, η οποία για τα πρώτα τρία χρόνια θα χρησίμευε ως δοκάρι (!) του ενός από τα τέρματα του γηπέδου!..
Η απαρχή της ιστορίας του «Δημοτικού» συνεχίζει το τέλος του παραμυθιού του «Γυμνασίου». Οι «ομηρικές» μάχες που πρωτο-ξέσπασαν στο μικρό γήπεδο μπάσκετ της παλιάς έδρας θα συνεχιστούν τα επόμενα καλοκαίρια και στο νέο «σπίτι» του ΑΟΠ. Οι «μελανόλευκοι», ενδυναμωμένοι κατά καιρούς με σπουδαίους παίκτες και από την Αιγείρα (Χρήστος Φακίτσας, Μιχάλης Οικονόμου), αλλά πάντοτε βασισμένοι στον άρρηκτο κορμό του «χωμάτινου» του «Γυμνασίου», ρίχνονται σχεδόν κάθε απόγευμα σε σκληρές μονομαχίες και άνισες -πολλές φορές- μάχες, μέχρι το πρώτο σκοτάδι, με σκληροτράχηλες ομάδες Αθηναίων παραθεριστών ή Αιγειρατών άσων, μέλη πολλοί εξ αυτών του ιστορικού ερασιτεχνικού σωματείου της Θύελλας (ιδρυμένου το 1980). Εκείνα τα πρώτα ντέρμπι θα «ανδρώσουν» τους έφηβους ακόμη παίκτες του Παναιγειρατικού, θα «χαλυβδώσουν» τη συλλογική νοοτροπία τους και την ομαδική ψυχολογία της «παρέας». Από καθαρά αγωνιστικής άποψης, άλλωστε, οι «πολεμικές» αναμετρήσεις εκείνου του πρώτου καιρού, σε συνέχεια της προϊστορίας του «Γυμνασίου», είναι αυτές που τελικά θα δώσουν υπόσταση στη διαχρονική ως τις ημέρες μας, εξαιρετική -σχεδόν «μαγική»- παράδοση της «μελανόλευκης» άμυνας, ακόμη και απέναντι σε -θεωρητικά- ανώτερους αντιπάλους.
Η γενιά του «Δημοτικού» θα «σπρώξει» τον Παναιγειρατικό ακόμη ψηλότερα. Ο άτυπος τίτλος της «καλύτερης ομάδας» στην αυγουστιάτικη Αιγείρα που σφύζει από κόσμο ανήκει δικαιωματικά στην «παρέα του Ντοά». Ολοένα και περισσότερες ομάδες, αυτόκλητες οι περισσότερες, προκαλούν τους «καλύτερους της Αιγείρας» για ένα ματς. Πολλές από αυτές σχηματίζονταν λίγες ώρες νωρίτερα, το ίδιο μεσημέρι, κατά τη διάρκεια ενός καφέ ή σε συνέχεια μιας παρτίδας τάβλι στο «Πυθάρι», μόνο και μόνο για έναν αγώνα στο «Δημοτικό». Άλλες πάλι, στελεχωμένες κυρίως από νεαρούς Αιγειράτες, με συνεχώς μεταβαλλόμενη αλλά φιλόδοξη σύνθεση, θα θέσουν ένα και μοναδικό σκοπό ύπαρξης: να νικηθεί ο Παναιγειρατικός...
Η γενιά των επιτυχιών
Η άμμος στην κλεψύδρα κυλά και τα χρόνια περνούν. Οι περισσότερες παρέες διαλύονται, πολλά παιδιά από την Αθήνα και αλλού σταματούν να προτιμούν την Αιγείρα, για τη χάρη άλλων, πιο κοσμοπολίτικων θερινών προορισμών. Την ίδια ώρα, ο χρόνος θα αποδειχθεί όχι εχθρός αλλά φίλος του Παναιγειρατικού. Η ομάδα με τα λευκά θα παραμείνει ζωντανή. Η «τρέλα» των ανθρώπων της ομάδας μεγαλώνει μαζί τους και η αγάπη για το «χωριό» και τον ανέμελο χρόνο των θερινών διακοπών στην Αχαΐα θα κρατήσουν άσβεστη τη «φλόγα» του ’96.
Ο Παναιγειρατικός θα γίνει αποδεκτός από την τοπική κοινωνία, ξεπερνώντας τους αρχικούς δισταγμούς της μπροστά στο «ξένο» και το «καινοτόμο». Στα πρώτα χρόνια της νέας χιλιετίας, η «Μαύρη Αρμάδα» συνεχίζει αγέρωχη το ταξίδι της, σε πείσμα του καιρού, πάνω στα ασφαλή νερά της αφοσίωσης και της λατρείας των ανθρώπων της.
Νέα ονόματα προστίθενται στη μεγάλη συντροφιά και τα απογεύματα φορούν τη λευκή φανέλα με την Αρμάδα στο στήθος. Θανάσης Θωμάς και Δημήτρης Κατσουρίνης, είναι δύο μόνο από τους νέους «μικρούς ήρωες» του «Δημοτικού», που θα έρθουν να πλαισιώσουν την «παλιά φρουρά» (Γιώργος Ντοάς, Διονύσης και Δημήτρης Μάντζος, Φίλιππος Κρεκούκιας, Χάρης Πλούμης, Πέτρος Κατσούρης). Την ίδια εποχή, ο Παναιγειρατικός θα πρωτοπορήσει για ακόμη μία φορά, προσθέτοντας στο δυναμικό του τον πρώτο ξένο παίκτη που αγωνίστηκε ποτέ σε ποδοσφαιρική ομάδα της Αιγείρας σε οποιοδήποτε επίπεδο: τον Γερμανό αμυντικό Ντάνιελ Μουκ. Η «χρυσή» Αρμάδα των αρχών του αιώνα θα γοητεύσει και θα «ναυτολογήσει» στους κόλπους της ακόμη νεαρότερα μέλη (Μάριος Μάντζος, Αλέκος Μουκ, Νίκος Μουτάφης κ.α.), δημιουργώντας ένα περίφημο «φυτώριο» ταλέντων - «παρακαταθήκη» για το μέλλον.
Τον Αύγουστο του 2005, ο Παναιγειρατικός κάνει την πιο θεαματική επικοινωνιακή κίνηση της ως τότε ιστορίας του. Οι παίκτες του φορούν για πρώτη φορά ομοιόμορφη και «επώνυμη» ποδοσφαιρική εμφάνιση, πιστή φυσικά απεικόνιση του ως τότε «άγραφου», σχεδόν ιεροτελεστικού, χρωματικού συνδυασμού στα κατά τ’ άλλα διαφορετικά μεταξύ τους ρούχα των παιδιών του ΑΟΠ. Οι σύγχρονες ολόλευκες φανέλες με τις μαύρες λεπτομέρειες, με αριθμούς και ονόματα (ακόμη μία ριζική καινοτομία) και το έμβλημα του ΑΟΠ στο μέρος της καρδιάς προξενούν μεγάλη αίσθηση και θέτουν ακόμη υψηλότερα τον πήχυ για κάθε επίδοξο διεκδικητή της πρωτοκαθεδρίας στη θερινή ποδοσφαιρική πραγματικότητα της Αιγείρας. Όλοι πλέον αφυπνίζονται και αρχίζουν να συνειδητοποιούν πως στο «Δημοτικό» συντελείται κάτι μεγάλο, σημαντικό και πρωτόγνωρα οργανωμένο.
Η εποποιία του «Δημοτικού» θα εμπλουτίσει τη συλλογική μνήμη του Παναιγειρατικού με νέες, «χρυσές» σελίδες ιστορίας. Ποιος άλλωστε μπορεί να ξεχάσει; Τις ιστορικές νίκες επί πολύ δυνατότερων αντιπάλων αποτελούμενων από Αθηναίους παραθεριστές που έρχονταν ακόμη κι από την παραλία της Ακράτας για να παίξουν ποδόσφαιρο με τον ΑΟΠ. Τα ξέφρενα πανηγύρια στο γήπεδο και στην «πλατεία του Δημοτικού» πάνω στην οδό Φελλόης. Τη «φιέστα» για το πρωτάθλημα του 2006, παρουσία πολλών φίλων της ομάδας, στα πρότυπα οργανωμένων ποδοαφαιρικών κλαμπ, στο πιο λαμπρό party για τα δέκατα γενέθλια του «μελανόλευκου παραμυθιού». Το αλησμόνητο γκολ του Δημήτρη Κατσουρίνη στο τελευταίο λεπτό του «τελικού» κόντρα στον «αιώνιο» Αίαντα, ένα γκολ «χρυσάφι», που χάρισε τον τίτλο του 2004 και καταγράφηκε ως ένα απο τα σημαντικότερα τέρματα της «μελανόλευκης» ιστορίας...
Το καλοκαίρι του 2007, ο Παναιγειρατικός πετυχαίνει την απόλυτη καταξίωση, έχοντας καταφέρει να κάνει γνωστό το όνομά του ακόμη και έξω από τα στενά όρια της Αιγείρας, κυρίως μέσα από την πρωτοποριακή χρήση των νέων τεχνολογιών. Η ηλεκτρονική παρουσία του Ομίλου με το μοντέρνο και ενημερωμένο σε καθημερινή βάση διαδικτυακό του πληροφοριακό κόμβο, «καλωσορίζει» τον ΑΟΠ στον κύκλο των πλέον οργανωμένων ερασιτεχνικών ομάδων mini-football.
Πίσω στην «πατρίδα», οι προκλήσεις μεγαλώνουν. Ο νέος χλοοτάπητας στο Δημοτικό Στάδιο της Αιγείρας, στη δυτική όχθη του ποταμού Κριού, «ανοίγει» τον Αύγουστο του 2007 για να υποδεχθεί τους νέους της πόλης που αγαπούν τα σπορ και «διψούν» για άθληση. Οι παίκτες του ΑΟΠ δεν θα μπορούσαν να λείψουν από αυτή τη «γιορτή». Οι «μελανόλευκοι» αγωνίζονται για πρώτη φορά στην ιστορία τους πάνω σε χορτάρι (έστω συνθετικό) και δίνουν τα πρώτα δείγματα γραφής ποδοσφαίρου υψηλού επιπέδου. Με τον Πέτρο Παπανικολάου στις τάξεις του, έναν από τους κορυφαίους «βιρτουόζους» που φόρεσαν ποτέ τη λευκή φανέλα, και μπροστάρη τον κορυφαίο σκόρερ όλων των εποχών, Φίλιππο Κρεκούκια, ο Παναιγειρατικός δίνει την πλειοψηφία των αγώνων του στο Στάδιο και στέφεται αβίαστα πρωταθλητής Αιγείρας -για τελευταία όπως έμελλε φορά- και «σηκώνει» το βαρύτιμο τρόπαιο σε πανηγυρική τελετή (πού αλλού;) στο «κάστρο» του «Δημοτικού». Ο γύρος του θριάμβου μέσω της παραλίας θα καταλήξει, αυθόρμητα, σχεδόν μοιρολατρικά, στην Όττο Βάλτερ. Στη μικροσκοπική «αυλή των θαυμάτων» όπου, χρόνια πριν, κάποιοι ξετύλιξαν το κουβάρι του παραμυθιού, δένοντας για πάντα την αρχή του νήματος στον κορμό μιας ελιάς...
Ο Παναιγειρατικός θα γίνει αποδεκτός από την τοπική κοινωνία, ξεπερνώντας τους αρχικούς δισταγμούς της μπροστά στο «ξένο» και το «καινοτόμο». Στα πρώτα χρόνια της νέας χιλιετίας, η «Μαύρη Αρμάδα» συνεχίζει αγέρωχη το ταξίδι της, σε πείσμα του καιρού, πάνω στα ασφαλή νερά της αφοσίωσης και της λατρείας των ανθρώπων της.
Νέα ονόματα προστίθενται στη μεγάλη συντροφιά και τα απογεύματα φορούν τη λευκή φανέλα με την Αρμάδα στο στήθος. Θανάσης Θωμάς και Δημήτρης Κατσουρίνης, είναι δύο μόνο από τους νέους «μικρούς ήρωες» του «Δημοτικού», που θα έρθουν να πλαισιώσουν την «παλιά φρουρά» (Γιώργος Ντοάς, Διονύσης και Δημήτρης Μάντζος, Φίλιππος Κρεκούκιας, Χάρης Πλούμης, Πέτρος Κατσούρης). Την ίδια εποχή, ο Παναιγειρατικός θα πρωτοπορήσει για ακόμη μία φορά, προσθέτοντας στο δυναμικό του τον πρώτο ξένο παίκτη που αγωνίστηκε ποτέ σε ποδοσφαιρική ομάδα της Αιγείρας σε οποιοδήποτε επίπεδο: τον Γερμανό αμυντικό Ντάνιελ Μουκ. Η «χρυσή» Αρμάδα των αρχών του αιώνα θα γοητεύσει και θα «ναυτολογήσει» στους κόλπους της ακόμη νεαρότερα μέλη (Μάριος Μάντζος, Αλέκος Μουκ, Νίκος Μουτάφης κ.α.), δημιουργώντας ένα περίφημο «φυτώριο» ταλέντων - «παρακαταθήκη» για το μέλλον.
Τον Αύγουστο του 2005, ο Παναιγειρατικός κάνει την πιο θεαματική επικοινωνιακή κίνηση της ως τότε ιστορίας του. Οι παίκτες του φορούν για πρώτη φορά ομοιόμορφη και «επώνυμη» ποδοσφαιρική εμφάνιση, πιστή φυσικά απεικόνιση του ως τότε «άγραφου», σχεδόν ιεροτελεστικού, χρωματικού συνδυασμού στα κατά τ’ άλλα διαφορετικά μεταξύ τους ρούχα των παιδιών του ΑΟΠ. Οι σύγχρονες ολόλευκες φανέλες με τις μαύρες λεπτομέρειες, με αριθμούς και ονόματα (ακόμη μία ριζική καινοτομία) και το έμβλημα του ΑΟΠ στο μέρος της καρδιάς προξενούν μεγάλη αίσθηση και θέτουν ακόμη υψηλότερα τον πήχυ για κάθε επίδοξο διεκδικητή της πρωτοκαθεδρίας στη θερινή ποδοσφαιρική πραγματικότητα της Αιγείρας. Όλοι πλέον αφυπνίζονται και αρχίζουν να συνειδητοποιούν πως στο «Δημοτικό» συντελείται κάτι μεγάλο, σημαντικό και πρωτόγνωρα οργανωμένο.
Η εποποιία του «Δημοτικού» θα εμπλουτίσει τη συλλογική μνήμη του Παναιγειρατικού με νέες, «χρυσές» σελίδες ιστορίας. Ποιος άλλωστε μπορεί να ξεχάσει; Τις ιστορικές νίκες επί πολύ δυνατότερων αντιπάλων αποτελούμενων από Αθηναίους παραθεριστές που έρχονταν ακόμη κι από την παραλία της Ακράτας για να παίξουν ποδόσφαιρο με τον ΑΟΠ. Τα ξέφρενα πανηγύρια στο γήπεδο και στην «πλατεία του Δημοτικού» πάνω στην οδό Φελλόης. Τη «φιέστα» για το πρωτάθλημα του 2006, παρουσία πολλών φίλων της ομάδας, στα πρότυπα οργανωμένων ποδοαφαιρικών κλαμπ, στο πιο λαμπρό party για τα δέκατα γενέθλια του «μελανόλευκου παραμυθιού». Το αλησμόνητο γκολ του Δημήτρη Κατσουρίνη στο τελευταίο λεπτό του «τελικού» κόντρα στον «αιώνιο» Αίαντα, ένα γκολ «χρυσάφι», που χάρισε τον τίτλο του 2004 και καταγράφηκε ως ένα απο τα σημαντικότερα τέρματα της «μελανόλευκης» ιστορίας...
Το καλοκαίρι του 2007, ο Παναιγειρατικός πετυχαίνει την απόλυτη καταξίωση, έχοντας καταφέρει να κάνει γνωστό το όνομά του ακόμη και έξω από τα στενά όρια της Αιγείρας, κυρίως μέσα από την πρωτοποριακή χρήση των νέων τεχνολογιών. Η ηλεκτρονική παρουσία του Ομίλου με το μοντέρνο και ενημερωμένο σε καθημερινή βάση διαδικτυακό του πληροφοριακό κόμβο, «καλωσορίζει» τον ΑΟΠ στον κύκλο των πλέον οργανωμένων ερασιτεχνικών ομάδων mini-football.
Πίσω στην «πατρίδα», οι προκλήσεις μεγαλώνουν. Ο νέος χλοοτάπητας στο Δημοτικό Στάδιο της Αιγείρας, στη δυτική όχθη του ποταμού Κριού, «ανοίγει» τον Αύγουστο του 2007 για να υποδεχθεί τους νέους της πόλης που αγαπούν τα σπορ και «διψούν» για άθληση. Οι παίκτες του ΑΟΠ δεν θα μπορούσαν να λείψουν από αυτή τη «γιορτή». Οι «μελανόλευκοι» αγωνίζονται για πρώτη φορά στην ιστορία τους πάνω σε χορτάρι (έστω συνθετικό) και δίνουν τα πρώτα δείγματα γραφής ποδοσφαίρου υψηλού επιπέδου. Με τον Πέτρο Παπανικολάου στις τάξεις του, έναν από τους κορυφαίους «βιρτουόζους» που φόρεσαν ποτέ τη λευκή φανέλα, και μπροστάρη τον κορυφαίο σκόρερ όλων των εποχών, Φίλιππο Κρεκούκια, ο Παναιγειρατικός δίνει την πλειοψηφία των αγώνων του στο Στάδιο και στέφεται αβίαστα πρωταθλητής Αιγείρας -για τελευταία όπως έμελλε φορά- και «σηκώνει» το βαρύτιμο τρόπαιο σε πανηγυρική τελετή (πού αλλού;) στο «κάστρο» του «Δημοτικού». Ο γύρος του θριάμβου μέσω της παραλίας θα καταλήξει, αυθόρμητα, σχεδόν μοιρολατρικά, στην Όττο Βάλτερ. Στη μικροσκοπική «αυλή των θαυμάτων» όπου, χρόνια πριν, κάποιοι ξετύλιξαν το κουβάρι του παραμυθιού, δένοντας για πάντα την αρχή του νήματος στον κορμό μιας ελιάς...
Ο Παναιγειρατικός σήμερα
Έχοντας αφήσει πλέον πίσω του την εποχή που μεσουρανούσε στα γήπεδα της Αιγείρας, ο ΑΟΠ συμμετέχει στο πρωτάθλημα του Ελαιώνα, κάνοντας αισθητή τη παρουσία του και στη πρωτεύουσα..Από το φθινόπωρο του 2008 μέχρι και σήμερα, οι "Αιγειράτες" συμμετείχαν σε δύο τελικούς της διοργάνωσης (2010 και 2008) με πρωτομάστορα τον Πέτρο Παπανικολάου στη θέση του προπονητή καθώς και μια κατάκτηση του Αttica cup με αντίπαλο την ομάδα της Ολυμπιάδας. Πέραν αυτών η εποχή αυτή έχει αναδείξει νέους αντιπάλους και νέες κόντρες και φυσικά μεγάλες νίκες εναντίον τους καθώς και τη παρουσία στο σύλλογο μεγάλων παικτών με τη μελανόλευκη φανέλα.
Η ιστορία συνεχίζεται...